Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2021

Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας versus Αχαρνικής Οδού


Παράξενη Αντιπαλότητα


Το Πρώτο Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας

     Στην Νέα Πρωτεύουσα που ακόμα δεν ξέρει ποια είναι τώρα και ποια πρόκειται να "γίνει".... Στη παλιά, δοξασμένη, και αλαζονική μήτρα πολιτισμού και επιστήμης  που τώρα ξαφνιασμένη, επειδή την θυμήθηκαν,  ψάχνει να βρει τον νέο "εαυτό της", τον νέο χαρακτήρα της.... Με αγωνία να ανταποκριθεί στις ευρωπαϊκές προσδοκίες...

Να επιβεβαιώσει ότι και τώρα μπορεί... 
Αυτό το πρώην μεγαλοπρεπές,  λαβωμένο τώρα τοπίο, που πρέπει να αρχίσει να παράγει πάλι πολιτισμό,  έχει ανάγκη από ένα ....θέατρο

     Κυρίες και κύριοι καθίστε αναπαυτικά... σε ότι βρείτε, η παράσταση αρχίζει.... 

     Εκείνο τον καιρό (1834) η Αθήνα έμοιαζε με ένα ερειπωμένο χωριό, με περίπου δεκαπέντε χιλιάδες κατοίκους.  Το πρώτο υπαίθριο θέατρο άνοιξε το 1835, χωρίς σκεπή, με σανιδένιο περίφραγμα και χωματένιο πάτωμα, στην οδό Αιόλου. 
Τα καθίσματα της πλατείας ήταν ξύλινα (δεκαπέντε σειρές) αλλά απέναντι στη σκηνή υπήρχε βασιλικό θεωρείο με ταπετσαρία. 

Στο θέατρο έπαιζαν μόνο άνδρες ηθοποιοί, οι οποίοι, όταν χρειαζόταν να υποδυθούν γυναικείους ρόλους, άφηναν να μακραίνουν τα μαλλιά τους.  Στα σύγχρονα ελληνικά έργα οι ηθοποιοί ντύνονταν με φουστανέλα, ενώ στα αρχαία και τα ξένα φορούσαν... ντόμινα. 

Η αναγγελία του προγράμματος (το θέατρο έπαιζε Κυριακές και εορτές) γινόταν από το μεσημέρι: «...Τρέξατε, τρέξατε, απόψε στο θέατρο το ρόλο της γυναίκας θα παίξει αληθινή γυναίκα…», αυτή η άκρως «σοκαριστική» είδηση από την φωνή ντελάλη, στους δρόμους της Αθήνας του 1840 έκανε τους  νοικοκυραίους να σταυροκοπιούνται και τις καθώς πρέπει κυρίες και δεσποινίδες να κλείνουν τα αυτιά τους για να μην το ακούσουν.

     Η αριστοκρατία της Αθήνας δεν το καταδεχόταν, αλλά ο λαός έτρεχε να εξασφαλίσει εισιτήρια και συνωστιζόταν από νωρίς για να βρει καλή θέση στη στενόχωρη αίθουσα. Το 1836, ο Ιταλός Γκαετάνο Μέλι ανοίγει ένα δεύτερο ξύλινο θέατρο, όπου στη αρχή έφερε μίμους και ακροβάτες κι έπειτα ανέβασε ιταλικό μελόδραμα.
Οι Αθηναίοι ενθουσιάστηκαν... και ω του θαύματος, οι αριστοκράτες, ακόμα και εκείνοι,  αρχίζουν να παρακολουθούν τακτικά τις παραστάσεις. Τα δε εισιτήριά του τα πουλούσαν στη μαύρη αγορά.
Το 1840 η κυβέρνηση έδωσε σε κάποιον άλλον Ιταλό, τον Μπαζίλιο Σανσόνι, ένα οικόπεδο δωρεάν και 10.000 δραχμές επιχορήγηση για να κτίσει πέτρινο θέατρο, με το προνόμιο να μην επιτραπεί επί πέντε χρόνια η ανέγερση άλλου θεάτρου στην Αθήνα.

Είναι η στιγμή να αποκτήσει η Αθήνα ένα αξιοπρεπές δικό της θέατρο που θα καλύψει τις ανάγκες της νέας πρωτεύουσας.
Είμαστε στα 1856. Με υπόμνημά του ο Γρ. Καμπούρογλου, σημαίνον πρόσωπο της εποχής εκφράζει την επιθυμία και την ανάγκη κατασκευής Εθνικού Θεάτρου στην Αθήνα. "...δώστε μου θα το χτίσω εγώ!"  Οι φιλικές σχέσεις που είχε με την Βασιλική Αυλή επηρέασαν την θετική γνωμοδότηση του υπομνήματός του. Παρά τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης υπογράφεται Βασιλικό Διάταγμα που παρείχε το δικαίωμα σύστασης Εθνικού Θεάτρου με έξοδα του Καμπούρογλου στο κέντρο της πρωτεύουσας. Η Γερουσία συνεχίζει να κατακρίνει την απόφαση με την θεωρία ότι το θέατρο είναι ο πρόδρομος της ηθικής κατάπτωσης της κοινωνίας. Μετά από μεγάλη συζήτηση και αψιμαχίες το νομοσχέδιο υπερψηφίζεται τον Οκτώβριο του 1856.

     Στην σύμβαση προβλέπονταν η υπόδειξη μέσα σ' ένα ένα μήνα, καταλλήλου χώρου για να οικοδομηθεί. Ωστόσο, ο χώρος προσδιορίστηκε μετά από τρεις μήνες και ύστερα από πίεση του Καμπούρογλου. 
Η επιτροπή που συστάθηκε για το θέμα, στην έκθεσή της προτείνει την πλατεία Νέου Θεάτρου, την πρώην πλατεία Λουδοβίκου που μετά την εκδίωξη του βασιλιά μετονομάστηκε σε Πλατεία Λαού (σημερινή Πλατεία Κοτζιά), με την αιτιολογία ότι είναι η καταλληλότερη «ως η μόνη συμβιβάζουσα το δυνατόν του ν’ αγορασθή το οικόπεδον από το Δήμο εις τον οποίον ανήκει. Άλλως απέχει από του καταστήματος της Εθνικής Τραπέζης μόνον εξήκοντα μέτρα και μεταξύ θεάτρου και της Τραπέζης υπάρχει οδός πλάτους έχουσα μέτρων τριάκοντα».

Το ανεκτέλεστο σχέδιο του Fr Boulanger του 1858...

Τα σχέδια του θεάτρου του Boulanger δόθηκαν στον βασιλιά Όθωνα για επικύρωση. Αν και η υπογραφή του Όθωνα ήταν τυπική, τα σχέδια, μυστηριωδώς, χάνονται «μέσα από τα κυκλώματα» του παλατιού. Την ευκαιρία επωφελούνται οι «ανταγωνιστές» του Καμπούρογλου. 
Με αναφορά τους στην Αστυνομία ζητούν άμεση παύση των εργασιών λόγω μη εγκεκριμένου αρχιτεκτονικού σχεδίου! Η σοβαρή στάση του Καμπούρογλου και οι προσωπικές φιλίες του με την Αυλή, ωθούν τον Όθωνα να εκδώσει Βασιλικό Διάταγμα. Στην ουσία όμως έδιναν την έγκριση στις εργασίες που είχαν αρχίσει, παρότι είχαν χαθεί τα αρχιτεκτονικά σχέδια.

Στις 22 Δεκεμβρίου του 1857, ο βασιλιάς Όθωνας έβαζε με κάθε επισημότητα τον θεμέλιο λίθο για την ανέγερση του πρώτου Εθνικού Θεάτρου της Αθήνας. Η μελέτη ήταν του Γάλλου αρχιτέκτονα Boulanger και ολοκληρώθηκε μετά από ενέργειες του Γρηγόρη Καμπούρογλου και του τραπεζίτη Δημητριάδη.... 

Η επιθυμία όμως του Καμπούρογλου έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα συμφέροντα του θεατρώνη της εποχής, Μπούκουρα που έχει ήδη στην κατοχή του το «Θέατρον Αθηνών».  

Το μοναδικό που υπήρχε τότε στην Αθήνα, το περίφημο πέτρινο θέατρο του Ιταλού Σανσόνι, που εξ αιτίας χρεών το βγάζουν σε πλειστηριασμό. 

Ο Γρ. Μπούκουρας το αγοράζει το 1844 έναντι 23.000 δραχμών, τέσσερα χρόνια μετά τα εγκαίνια του, τον Ιανουάριο του 1840

Ο Μπούκουρας  είναι αποφασισμένος, δεν θ' αφήσει κανέναν να του πάρει τη ''θεατρική αγορά''.  
Κινητοποιεί όλες τις γνωριμίες του... Επί 5 χρόνια, ακούραστα, ο Μπούκουρας κυνηγά με δικαστήρια και αστυνομίες τον υποψήφιο ανταγωνιστή του ώσπου τον εξαντλεί.
Ο Καμπούρογλου οδηγείται σε πτώχευση και σε εγκατάλειψη τις εργασίες ανέγερσης θεάτρου. Παρ’ όλα αυτά όμως ο Δήμος Αθηναίων αποφασίζει να συνάψει δάνειο για την αποπεράτωσή του. Η απόφαση βέβαια έγινε πράξη μετά από μια δεκαετία, το 1871 δηλαδή, από τον δήμαρχο Π. Κυριακού.

Συστήνεται μετοχική εταιρεία 

Το 1873, ο Κυριακός θεμελιώνει για δεύτερη φορά το Θέατρο της Αθήνας. Αυτή τη φορά τα σχέδια ήταν του διάσημου αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ. Τα χρήματα θα τα έβαζε Μετοχική Εταιρεία εύπορων Αθηναίων και το ποσό που είχε προβλεφθεί ήταν 550 χιλιάδες δραχμές. Οι εργασίες σταμάτησαν σχεδόν ένα χρόνο μετά, λόγω υπέρβασης του προϋπολογισμού. Μέχρι τότε είχαν δαπανηθεί 300 χιλιάδες δραχμές μόνο για τα θεμέλια και μέρος του πρώτου ορόφου. 
Η υπέρβαση του προϋπολογισμού και τα Λαυρεωτικά αποθάρρυναν τα μέλη της Μετοχικής Εταιρείας, οδηγώντας πολλά μέλη της σε παραίτηση. Ακολουθεί η διάλυση της μετοχικής εταιρείας.  

Ο δήμος το 1882 παίρνοντας δάνειο από την Εθνική Τράπεζα, διαθέτει το ποσό των 143.364,06 δραχμών, αγοράζει το ημιτελές κτίριο και αποζημιώνει τους μετόχους. Γι’ αυτό και πολλοί το αποκαλούσαν «Θέατρο Συγγρού». Ο νέος διαγωνισμός εγκρίνει τα νέα σχέδια του Ζ. Τέραρ. Οι πολλοί θάνατοι εργαζομένων στην οικοδομή σταματούν και πάλι τα έργα…

Το 1886 ο Δήμος Αθηναίων παροτρύνει και πείθει τον Ανδρέα Συγγρό να αναγείρει το Δημοτικό Θέατρο. Ο Συγγρός, ευεργέτης μεν, την τσέπη του κοιτούσε δε... Έβαλε στον Τσίλλερ όρους: 
. Το ισόγειο να στεγάζει καταστήματα και 
στον πρώτο όροφο να βάλει την τράπεζά του.

Οι όροι αποβαίνουν σε βάρος των τεχνικών προδιαγραφών του θεάτρου. Έτσι η σκηνή όταν τελειώνει διαπιστώνεται ότι είναι μη λειτουργική, είναι ακατάλληλη ν' ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του θεάτρου, έχει μόλις 12.5 μέτρα βάθος, δεν υπάρχουν καμαρίνια για τους ηθοποιούς. Ενώ οι βοηθητικοί χώροι είναι σχεδόν ανύπαρκτοι. Δεν έχει κεντρική θέρμανση και εξαερισμό.  
Κάτι καλό που 'χε το θέατρο ήταν η καλή ακουστική και οι καλές συνθήκες θέας, και χωρητικότητα 1500 θέσεων. Σαν χωροθεσία το κτίριο είχε την κεντρική είσοδο στην Αιόλου μ' ένα κηπάκι μπροστά, κοίταζε προς την Εθνική Τράπεζα, και έπεφτε βαριά η πίσω όψη του στην Αθηνάς.
Ως αντιπαροχή στο συμβόλαιο προβλέπονταν η εκμετάλλευση του θεάτρου και των χώρων των γύρω γραφείων για 25 χρόνια. 

Εγκαινιάζεται τον Οκτώβριο του 1888 από τον βασιλιά Γεώργιο Α’, επ’ ευκαιρία των 25 χρόνων βασιλείας του. Η αυλαία στο «καλλίτερον θέατρον της Ευρώπης» όπως έγραφε ο Τύπος της εποχής, άνοιξε με το μελόδραμα «Minion» από τον γαλλικό θίασο «Lasalle – Charlet». 
Στην παράσταση «Αντιγόνη» που παραβρέθηκε πάλι ο βασιλιάς, τα κείμενα των ηθοποιών ήταν στα αρχαία. Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα, οι περισσότερες θεατές να αποκοιμηθούν στα καθίσματά τους, επειδή δεν καταλάβαιναν λέξη …απ΄ ό,τι ήθελε να πει ο ποιητής....

Το θέατρο βρίσκονταν στο πυρήνα του κτιρίου. Δεν είχε επαφή με τους δρόμους που το περιέβαλλαν παρά μόνον από το μπροστά μέρος όπου υπήρχαν οι είσοδοι και τα φουαγιέ του κοινού. Στις τρεις άλλες πλευρές υπήρχαν καταστήματα στο ισόγειο και γραφεία στους υπόλοιπους δυο ορόφους. Στην βόρεια πλευρά υπήρχε η βασιλική είσοδος και αίθουσα εκδηλώσεων.  Ο αττικογράφος Κώστας Μπίρης γράφει για το Δημοτικό Θέατρο:

«Η εξωτερική του εμφάνισης ήτο μια μετρία και κοινότοπος εις τα έργα του Τσίλλερ αρχιτεκτονική σύνθεσις. Οπωσδήποτε όμως, ήτο επιβλητική εις την διάταξιν των όγκων. Σεμνή δε και καλαίσθητος ήτο η εσωτερική διαρρύθμισης και διακόσμησις».

Το 1898 ο Συγγρός θέλησε να απαλλαγεί από την φροντίδα διαχείρισης του θεάτρου και έτσι το παραχώρησε στο Δήμο Αθηναίων. Διατήρησε ωστόσο την εκμετάλλευση των καταστημάτων, γραφείων και ενός θεωρείου εφ’ όρου ζωής.

Το 1901 το λαμπρό νέο Εθνικό Θέατρο της Αγίου Κωνσταντίνου είναι το νέο στολίδι της Αθήνας. Ο αγώνας είναι άνισος, το Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας δεν μπορεί να το ανταγωνιστεί και πέφτει σε μαρασμό, ο εξοπλισμός του δε αφαιρείται συστηματικά από αετονύχηδες (έναν αιώνα μετά τίποτα δεν έχει αλλάξει!).



     Όταν έφτασαν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες (οι "τουρκόσποροι", όπως τους αποκαλούσαν οι ανάλγητοι Αθηναίοι αστοί της εποχής), στοιβάζονταν κατά εκατοντάδες στο θέατρο.
Ο χειμώνας εκείνη τη χρονιά είναι βαρύς όπως θα είναι και ο επόμενος... Μέσα στο θέατρο σε διάφορα σημεία και ανάλογα με τα ευρήματα των υλικών, οι εγκαταλειμένοι από το κράτος, πρόσφυγες, ανάβουν φωτιές και καίνε τα πάντα. Καθίσματα, έπιπλα, σκηνικά, ότι είχε απομείνει από τους πλιατσικολόγους είναι πολύτιμα για την επιβίωση τους. Τις κουρτίνες τις κάνουν σκεπάσματα.
Το 1927 με την διανομή καταλυμάτων από τον Δήμο, όταν μετακομίζουν και οι τελευταίοι πρόσφυγες, δεν υπάρχει πια θέατρο. Στη θέση του υπάρχει ένας θλιβερός όγκος, ένα φάντασμα ανενεργό και εγκαταλειμμένο.



     Αμέσως ο δήμαρχος Σπ. Πάτσης αναθέτει την μελέτη ανακαίνισης του θεάτρου στον αρχιτέκτονα Ε. Λαζαρίδη. Οι εργασίες ανάπλασης επιδιορθώνουν την είσοδο, αυξάνουν τον χώρο της σκηνής, όλα τα καθίσματα αντικαθίστανται, ανακαινίζεται όλος ο εσωτερικός διάκοσμος και  προστίθεται κεντρική θέρμανση και ηλεκτροφωτισμός.

Οι εργασίες ξεκινούν και είναι σχεδόν στα μισά όταν αναλαμβάνει το 1929 τη δημαρχία ο Σπ. Μερκούρης. Ο νέος δήμαρχος αντιμετωπίζει πολύ γρήγορα οικονομικά προβλήματα και δίνει εντολή για παύση των εργασιών στο Δημοτικό Θέατρο.
Η αλλαγή στάση της δημοτικής αρχής δίνει την ευκαιρία σε πολλούς να επιδίδονται σε εκτεταμένες κλοπές στο Δημοτικό Θέατρο. Σε μικρό χρονικό διάστημα είχε αφαιρεθεί από το εσωτερικό του ο,τι ήταν εμπορεύσιμο, κάτι που οδηγούσε αναπόφευκτα το θέατρο σε περίοδο παρακμής. 
Το 1929 είναι απογυμνωμένο και αποτελεί ένα ερείπιο στην καρδιά της πόλης.

 


     Εικάζεται πως πρώτος έφερε την ιδέα της κατεδάφισης ο Ιωαν. Δροσόπουλος, που ήταν διοικητής της Εθνικής Τράπεζας από το 1928. Καθημερινά αντίκριζε από το γραφείο του στην οδό Αιόλου το ρημαγμένο κτίριο. Με την πίστη ότι η επισκευή του Δημοτικού Θεάτρου ήταν εκτός από δυσχερής αλλά και ασύμφορη, προτείνει στο δήμαρχο Κ. Κοτζιά να κατεδαφιστεί. 
Του χαλάει την αισθητική του, το θέατρο πρέπει να κατεδαφιστεί. Κάποιοι αντιδρούν, ακόμα και αρχιτέκτονες που δεν το θεωρούσαν σπουδαίο κτίριο, αλλά βρισκόμαστε στη δεκαετία του '30, ο μοντερνισμός, άρτι αφιχθείς απ' την Ευρώπη, καλπάζει και μαγεύει τους άρχοντες, που το κτίριο στα μάτια τους μοιάζει σαν μια γιγαντιαία παράγκα.

Η ιδέα του υιοθετείται και μετά και την εισήγηση του προέδρου του Τεχνικού Επιμελητηρίου Αν. Δημητρακόπουλου, το Δημοτικό Συμβούλιο αποφασίζει στις 16 Μαΐου του 1939 την κατεδάφισή του. Ο Δήμαρχος της Αθήνας Κώστας Κοτζιάς απευθυνόμενος στο Δημοτικό συμβούλιο λέει: "η απαλλαγή της Αθήνας από το θέατρο θα ήταν ευεργέτημα"...
Το Δημοτικό Θέατρο των Αθηνών  κατεδαφίζεται με συνοπτικές διαδικασίες.




     Από τη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου με την αξεπέραστη ακουστική παρέλασαν μεγάλα ονόματα της εποχής, όπως η Σάρα Μπερνάρ, ο Μουνέ Σουλή, ο Νοβέλλι και η Ελεονώρα Ντούζε. Ιστορικός ιμπρεσάριος για 15 χρόνια υπήρξε ο Απόστολος Κονταράτος, μετέπειτα θεατρικός επιχειρηματίας. Η σκηνή άλλοτε λυρική και άλλοτε δραματική, φιλοξενούσε πρόζες, όπερες, οπερέτες, περιοδεύοντες θιάσους και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις. 

Από το 1906, κάθε Κυριακή της Αποκριάς δίνονταν εκεί και ο μεγάλος χορός των δημοσιογράφων. Το μεγαλοπρεπές Θέατρο ήταν ο λόγος που γύρω από αυτό άνοιξαν στην περιοχή γραφεία συμβολαιογράφων, εμπορικά καταστήματα, καφενεία μουσικών και μελοδραματικών ηθοποιών και το Εργατικό Κέντρο.... 



Σε μία παράσταση που το ροχαλητό του βασιλέα Γεωργίου ενοχλούσε τους θεατές
ο Σουρής με την καυστικά φαρμακερή πένα του είχε γράψει:

 «Και προς το μέρος έστρεψα του Μεγαλειοτάτου 
και ο βασιλεύς ενύσταζε με όλα τα σωστά του, 
τον γλυκονανούριζε εκείνο το τροπάρι 
και μες το θεωρείο εμπήκε να τον πάρει». 


"...ελευθέρωσέ με"

Στους σύγχρονους Αθηναίους έμεινε το μέγα ερώτημα; τελικά τι έκανε ο Κοτζιάς; Στέρησε απ' την πόλη ένα όμορφο κτίριο, ή χάρισε ένα σημείο ανοικτό στην τσιμεντένια πόλη... και ήλιο και φως στις παλιές αθηναϊκές πέτρες ? Μήπως άκουσε τον  ψίθυρο της αρχαίας πύλης να του λέει  "ελευθέρωσέ με..."  
Το νεοκλασικό, πανέμορφο, δημοτικό θέατρο της νέας πρωτεύουσας, βρισκόταν ακριβώς στο σημείο, που τελείωνε η οχύρωση της κλασικής Αθήνας.  Εκεί...  που άρχιζε μία βασική οδική αρτηρία της Αχαρνικής οδού... 

Τα τείχη τη Αθήνας αποτελούσαν ένα από τα σημαντικότερα ορόσημα της πόλης. Αυτά όριζαν την έννοια του «άστεως» και της υπαίθρου, αυτά διαμόρφωναν την ταυτότητα της πόλης, αυτά συμβόλιζαν την έννοια του ασφαλούς «εμείς» και του άγνωστου «άλλου». 

Καταστρέφονταν και χτίζονταν ξανά, κάθε φορά πιο δυνατά. Τεράστιοι πόροι δαπανήθηκαν και χιλιάδες άνθρωποι εργάστηκαν για αυτές τις επαναληπτικές κατασκευές. Στρατοί πολέμησαν σε κάθε καταστροφή και πολύ  αίμα χύθηκε  Κάποιες εποχές έφθασαν μέχρι και το λιμάνι του Πειραιά, άλλες μόλις που περιέβαλλαν τον Βράχο της Ακρόπολης. Σε κάθε εποχή, ήταν ένα πολύτιμο καταφύγιο στους κατοίκους της Αθήνας, ανεξαρτήτως εθνότητας, θρησκείας ή πολιτισμικής παράδοσης.

Λίγο μετά το 340 π.Χ, η απειλή επίθεσης από τα μακεδονικά στρατεύματα του Φιλίππου Β’ (τα οποία διέθεταν, μεταξύ άλλων, πολιορκητικές μηχανές) οδηγεί τους Αθηναίους σε ένα νέο τείχος εξ ολοκλήρου από πέτρα, πολύ πιο ισχυρό από πριν. 


1. το τείχος, ύψους περίπου 9-10 μ. και πάχους 2-5 μ. 

2. το χαμηλότερο προτείχισμα, σε απόσταση 8-10 μ. από το τείχος 

3. και την τάφρο, πλάτους 8-12,5 μ. και βάθους περίπου 4 μ., που εμπόδιζε την είσοδο στην πόλη και της έδινε τη μορφή πραγματικής καστροπολιτείας. 

Η είσοδος στην πόλη γινόταν από τις 13 μεγάλες πύλες, ενώ ο χώρος μεταξύ προτειχίσματος και τείχους χρησίμευε ως περιφερειακή οδός. 

Σήμερα μία από τις πύλες, η Αχαρνική είναι ορατή στο υπόγειο της Εθνικής Τράπεζας, στη γωνία Σοφοκλέους και Αιόλου, καθώς και τον δρόμο που οδηγούσε σε αυτή στην πλατεία Κοτζιά Τμήμα του προτειχίσματος και της επιβλητικής τάφρου είναι επισκέψιμο στο υπόγειο του Μουσείου Ισλαμικής Τέχνης στο Θησείο.

Η Αχαρνική οδός ξεκινούσε από τις πύλες του αρχαίου τείχους και οδηγούσε προς τους βόρειους δήμους της Αττικής. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως τρεις αρχαίους δρόμους, νεκροταφείο από τον 9ο αι. π.χ. έως τον 3ο αι. μ.χ., συγκρότημα εργαστηρίων κεραμεικής των 3ου-4ου αι. μ.Χ., οικιστικά κατάλοιπα και το περίφημο  "Αρχαίο Θεάτρο Αχαρνών" (βρέθηκε το 2007)

Κοιτώντας  τα λευτερωμένα πλέον αρχαία ευρήματα, τα περισσότερα από αυτά, ξανά κάτω από τον ήλιο, τον δικό τους ήλιο... σε προκαλούν να υποψιαστείς τη δύναμή τους ! 

Λες κι ''αυτά'' τα αρχαία απομεινάρια ενός άλλου καιρού... να βάλανε μια αόρατη ενέργεια να "διώξουνε" τον θρασύ καταπατητή... και ανταγωνιστή.  Μήπως δεν είδανε με καλό μάτι το μεγαθήριο που στην κυριολεξία, τους "έθαβε" ! ? 


Παλιότερα, εξαιτίας όλων αυτών των περιπετειών του δύστυχου δημοτικού κτίσματος, που ήθελε να γίνει ένα λαμπρό θέατρο, διάφορες δοξασίες, λέγανε ότι ήταν καταραμένο το σημείο... ίσως και να' ναι για αυτούς που πιστεύουν.

Όπως και νάχει έκτοτε η ''πλατεία του Νέου Θεάτρου'' ή η ''πλατεία του Λαού'', σαν ''Πλατεία Κοτζιά'' δεν γνώρισε ποτέ δόξες, πάντα βρισκόταν στην σκιά της Ομόνοιας, και των άλλων πλατειών στο κέντρο.

Ακόμα και σήμερα μάλλον δεν έχει την ενέργεια, την ζωντάνια που θα μπορούσε.... Είναι μόνο ένα απλό σημείο προσπέρασης.


Ο Δήμος της Αθήνας ακόμα δεν έχει το Θέατρό του 


Το Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα ελληνικής παθογένειας. Αναδεικνύει τα διαχρονικά διαπλεκόμενα συμφέροντα που δημιουργούνται και δυσχεραίνουν την ανάπτυξη πρωτοβουλίας από ιδιώτες. Φανερώνει δε και την τυπική έως μηδαμινή φροντίδα της δημοτικής αρχής για τον πολιτισμό στην πρωτεύουσα. Δεν είναι τυχαίο πως χρόνια μετά ο Δήμος Αθηναίων δεν διαθέτει Δημοτικό Θέατρο. Σε αντίθεση με πόλεις της Ελλάδας με μικρότερο πληθυσμού. Φωτεινές εξαιρέσεις βέβαια οι πολιτιστικοί πολυχώροι «Άννα & Μαρία Καλουτά» στο Νέο Κόσμο, το Αμφιθέατρο 9,84 στην Τεχνόπολη, που εξυπηρετούν δημοτικές εκδηλώσεις αλλά δεν έχουν την δυναμική ενός σύγχρονου θεάτρου.
________________________________





* Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ,  Οι πρωιμότερες οχυρώσεις βρίσκονται πάνω στην Ακρόπολη και χρονολογούνται τους μυκηναϊκούς χρόνους, δηλαδή τον 13ο αι. π.Χ. , την εποχή, ας πούμε, του Τρωικού Πολέμου. 
Είναι ολοφάνερο σύμφωνα με τους αρχαιολόγους ότι κατασκευάστηκαν για να προφυλάξουν την κατοικία του Αθηναίου άνακτα καθώς και μια υπόγεια κρήνη στο ΒΑ τμήμα του Βράχου, η οποία έφθανε έως το λεγόμενο σπήλαιο της Αγλαύρου. Η κρήνη εξασφάλιζε πόσιμο νερό σε περίπτωση πολιορκίας, ταυτόχρονα όμως φαίνεται ότι ήταν το αδύνατο σημείο της οχύρωσης – από εκεί, άλλωστε, σκαρφάλωσαν στην Ακρόπολη ο Μανώλης Γλέζος και ο Απόστολος Σάντας για να κατεβάσουν τη ναζιστική σημαία τον Μάη του 1941. Το μυκηναϊκό τείχος, ίσως με μια επέκταση προς δυσμάς, παρέμεινε σε χρήση για πολλούς αιώνες, πιθανότατα έως την εποχή του Πεισίστρατου (6ος αι. π.Χ.), όταν η πόλη επεκτάθηκε και απέκτησε μεγαλύτερο περίβολο στο πεδινό της τμήμα. Το τείχος αυτό μαρτυρείται από τους αρχαίους συγγραφείς, αλλά δεν άφησε ίχνη διότι καταστράφηκε ολοσχερώς από τον περσικό στρατό το φθινόπωρο του 480 π.Χ. 

* Η πρόσβαση στα μυκηναϊκά τείχη, σήμερα είναι δύσκολη 


Ιερά Πύλη και Ηριδανός ποταμός

Μακρά Τείχη, Μετά την μεγάλη καταστροφή, οι Αθηναίοι συνειδητοποίησαν την ανάγκη συστηματικότερης οχύρωσης. Με πρωτεργάτη τον Θεμιστοκλή, ξεκίνησαν το 479/8 π.Χ. μια τιτάνια προσπάθεια οικοδόμησης τειχών όχι μόνο γύρω από το άστυ αλλά και γύρω από το επίνειό του, τον Πειραιά, και αργότερα –επί Κίμωνα και Περικλή– κατά μήκος του δρόμου που συνέδεε τα δύο αστικά κέντρα (τα Μακρά Τείχη, τμήματα των οποίων έχουν αποκαλυφθεί κατά μήκος της οδού Πειραιώς και κάτω από τις τροχιές του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου). 
Τα τείχη αποτέλεσαν εγγυητή της αθηναϊκής ισχύος την εποχή της δημοκρατίας και παρέμειναν στη θέση τους μέχρι το τέλος του 
Πελοποννησιακού Πολέμου (404 π.Χ.), όταν ο Σπαρτιάτης στρατηγός Λύσανδρος κατεδάφισε τις οχυρώσεις του Πειραιά και τα Μακρά Τείχη, ενδεχομένως δε και τα τείχη του αθηναϊκού άστεως. 
Σύντομα, πάντως, άρχισε η ανοικοδόμησή τους από τον Κόνωνα (395-391 π.Χ.). Λίγο μετά το 340 π.Χ. η απειλή επίθεσης από τα μακεδονικά στρατεύματα του Φιλίππου Β’ (τα οποία διέθεταν, μεταξύ άλλων, πολιορκητικές μηχανές) οδήγησε σε νέα φάση φρενήρους ανοικοδόμησης, κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε κάθε διαθέσιμο υλικό –ακόμα και οι στήλες των προγονικών τάφων– για να ενισχυθεί η οχύρωση. 


Το Κονώνειο Τείχος κατά μήκος της Πειραϊκής Ακτής

 Ο νέος περίβολος, κατασκευασμένος σχεδόν εξ ολοκλήρου από πέτρα, ήταν πολύ πιο ισχυρός από πριν και αποτελούνταν από τρία μέρη: 1. το τείχος, ύψους περίπου 9-10 μ. και πάχους 2-5 μ. 2. το χαμηλότερο προτείχισμα, σε απόσταση 8-10 μ. από το τείχος 3. και την τάφρο, πλάτους 8-12,5 μ. και βάθους περίπου 4 μ., που εμπόδιζε την είσοδο στην πόλη και της έδινε τη μορφή πραγματικής καστροπολιτείας. 
 Η είσοδος στην πόλη γινόταν από τις 13 μεγάλες πύλες, ενώ ο χώρος μεταξύ προτειχίσματος και τείχους χρησίμευε ως περιφερειακή οδός (στην επιφάνειά του έχουν βρεθεί ίχνη αυλάκων για τροχούς άμαξας). Σήμερα μπορεί κανείς να δει μια τέτοια πύλη, την Αχαρνική, στο υπόγειο της Εθνικής Τράπεζας, στη γωνία Σοφοκλέους και Αιόλου, καθώς και τον δρόμο που οδηγούσε σε αυτή στην πλατεία Κοτζιά Τμήμα του προτειχίσματος και της επιβλητικής τάφρου είναι επισκέψιμο στο υπόγειο του Μουσείου Ισλαμικής Τέχνης στο Θησείο. 
Το τείχος διαχώριζε σαφώς τις λειτουργίες της πόλης: στο εσωτερικό του βρίσκονταν τα δημόσια κτίρια και τα ιερά, όπως και οι κατοικίες των ανθρώπων. Εκτός του τείχους βρίσκονταν τα νεκροταφεία, εργαστηριακοί χώροι αλλά και τα γυμνάσια της πόλης. Πουθενά αλλού δεν φαίνεται αυτό καλύτερα απ’ ό,τι στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, όπου σώζεται η πιο επίσημη είσοδος της πόλης, το περίφημο Δίπυλο, με τις δύο οχυρωμένες πύλες και την αρχή της Παναθηναϊκής Οδού (που οδηγούσε στην Ακρόπολη μέσω της Αγοράς), και η Ιερά Πύλη, πλάι στην οποία περνούσε ο Ηριδανός ποταμός (μία από τις βασικές υδάτινες πηγές της πόλης μαζί με τον Ιλισσό, ο οποίος βρισκόταν εκτός των τειχών). Ακριβώς έξω από τα τείχη βρίσκονταν το αριστοκρατικό νεκροταφείο του Κεραμεικού, τα μνημεία των νεκρών του πολέμου (Δημόσιο Σήμα) και πολυάριθμα κεραμικά εργαστήρια. Από εδώ ξεκινούσαν ο δρόμος που οδηγούσε στην Ακαδημία του Πλάτωνα στον Κολωνό και η Ιερά Οδός που οδηγούσε στην Ελευσίνα.  
_____________________________

Για την ολοκλήρωση της ανάρτησης 
μας βοήθησαν τα παρακάτω sites:
https://astyries.wordpress.com
http://athensville.blogspot.gr/
http://www.mixanitouxronou.gr/
http://www.athinapoli.gr/
www.lifo.gr


"ΕΛΕΓΧΟΣ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.