Προβληματισμός, επιχειρήματα και αντιρρήσεις για κάθε τόπο, για το ποια πόλη τελικά θα επιλεγεί για την πρωτεύουσα. Μετριόνται τα θετικά, ζυγίζονται τα αρνητικά. Η απόφαση για τον ορισμό της μελλοντικής ελληνικής πρωτεύουσας, κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν. Προσωπικότητες της εποχής, πολιτικοί, αλλά και εξειδικευμένοι επιστήμονες (αρχιτέκτονες, πολεοδόμοι κ.α.) πήραν μέρος στη συζήτηση, προσπαθώντας να επηρεάσουν τις εξελίξεις και την τελική απόφαση.
Η αλήθεια είναι ότι η περιγραφή των Ναυπλιωτών για την Αθήνα δεν ήταν υπερβολική. Επιβεβαιωνόταν εξάλλου και από τις περιγραφές ξένων περιηγητών, που με λαχτάρα έφθαναν στην πόλη της θεάς Αθηνάς και της Δημοκρατίας.
Η επιτυχία του ομιλητή ήταν ρευστή γι' αυτό και τα μαθήματα φρόντιζαν για τη σωστή διάρθρωση του λόγου του, τον τρόπο εμφάνισης των γεγονότων, της διατύπωσης των επιχειρημάτων, το προσεγμένο λεξιλόγιο, οι πρωτότυπες φράσεις...
«Μεγαλειότατε, Βασιλεύ!
Οί υπογεγραμμένοι πίπτουσι εύσεβάστως είς τούς πόδας
Εἰς τά βάθη τῆς πεδιάδος ὄπισθεν τῶν ὀρέων αἱ Μυκῆναι κρύπτουν τά ἐρείπιά των. Τά Πελασγικά τείχη, ἡ πύλη τῆς ἀκροπόλεως, ὁ κωνικός καί γιγαντιαῖος τάφος τοῦ Ἀγαμέμνονος μᾶς ἀποφέρουν εἰς τούς πλέον μεμακρυσμένους χρόνους τῆς Ἑλλάδος· καί μεταξύ αὐτῶν οἱ δύο λέοντες, παραφυλάττοντες ὄρθιοι εἰς τήν πύλην τῆς ἀκροπόλεως, εἰς τούς ὁποίους ἡ ζωή καί τό εὐεπίβολον τῆς Ἑλληνικῆς τέχνης ἀναφαίνεται, μᾶς ἐνθυμίζει τάς ὡραίας ἐποχάς τῆς Ἑλλάδος. Ἀλλά τό μεγαλοφυές τῆς Ἑλληνικῆς τέχνης μακρυνομένης ἀπό τήν ἀνίκητον καὶ κολοσσαϊκήν τέχνην τῆς Ἀσίας, ἀναδεικνύεται μάλιστα εἰς τήν στήλην, εἰς τήν ὁποίαν οἱ δύο λέοντες ἐπακουμβοῦν τούς πόδας των· αὐτή ἡ στήλη εἶναι τό ἔμβρυον τῆς Ἑλληνικῆς τέχνης, ἡ ὁποία ἔκτοτε ἐγκυμονοῦσε τούς Παρθενῶνας καί τά Θησεῖα.
Τό Ναύπλιον καθωραϊζόμενον ἀφ’ ὅλα αὐτά τά πλούσια καί σεβαστά ἐρείπια εἶναι κατ’ ἄλλους λόγους περισπούδαστον εἰς τούς Ἕλληνας. Ἐνθυμεῖσθε ὅταν ὁ Ἰπραχίμης προσέκρουσε τὸ σιδηροῦν καί αἱμοσταγές μέτωπον τῆς φαλαγγός του εἰς τοῦ Ναυπλίου τά τείχη; τότε τό Παλαμήδι ἤνοιξε τά χίλια χάλκινα στόματά του καί ἐφώναξεν· «Ἰμπραχίμη μή περαιτέρω!»
Ἡ πόλις τοῦ Ναυπλίου μήν ἀρκούμενη εἰς τόσα θέλγητρα κενοδοξεῖ καί ὑπεραίρεται ὑπέρ τὸ δέον. Ἀγροῖκος Βοιωτή διαθρυπτομένη ὡς ἡ κομψή Ἀτθίς, διαφιλονικεῖ τό ἆθλον μέ τάς Ἀθήνας, τῶν ὁποίων τὄνομα μόνον ἀναγγέλλει νίκην.
Ἔπεα πτερόεντα εἶν’ ὅλ’ αὐτά! θέλει ἀνακράξει κἄποιος ἐνθουσιαστής τῶν ὑλικῶν συμφερόντων· φωνασκίαι κλασικαί, θέλει ἀναφωνήσει κἄποιος ἀγέλαστος οἰκοδεσπότης τοῦ Ναυπλίου. Κατά δυστυχίαν δέν σώζονται μόνον εἰς τόν κόσμον σκονισμένοι ἀρχαιολόγοι μὴ θαυμάζοντες παρά τά ἀρχαῖα· ἀλλά καί ἀφιλόκαλοι ὀλιγομαθεῖς, μήν ἐνθυμούμενοι παρά τῆς χθεσινῆς ἡμέρας τά συμβεβηκότα. Τό Ναύπλιον, λέγουν, ἐστάθη ὁ προμαχών τῆς Ἑλληνικῆς ἀνεξαρτησίας, λοιπόν ἐκεῖ πρέπει νά ἐνιδρυνθῇ ἡ καθέδρα τοῦ Βασιλείου.
Ο Όθωνας ανέθεσε την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Αθήνας στον Έλληνα αρχιτέκτονα Κλεάνθη και στους Βαυαρούς Schubert και Leo von Klenze με αυστηρή εντολή να μη θιγούν οι αρχαιολογικοί χώροι. Για την προστασία των αρχαιοτήτων, ο Όθων εξέδωσε διάταγμα που απαγόρευε την κατασκευή ασβεστοκαμίνων σε απόσταση 2.500 μέτρων από αρχαιοελληνικά λείψανα, ώστε να μη φθαρούν οι αρχαιότητες!
Μέσα σε τέσσερα χρόνια κτίσθηκαν στην Αθήνα γύρω στις 1.000 κατοικίες, πολλές αυθαίρετες και όπως αφηγούνται οι μαρτυρίες της εποχής:
Το θέμα της εκλογής της οριστικής πρωτεύουσας της Ελλάδας απασχολούσε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι γαλλικές εφημερίδες ανοίξανε τις στήλες τους στη σχετική συζήτηση. Αλλά και οι γερμανικές δεν επήγαν πίσω.
Μεταξύ των άλλων, στη Γερμανία, ηγέτης της μερίδος που υποστήριζε την Αθήνα για πρωτεύουσα ήτανε ο ίδιος ο πατέρας του Όθωνος, ο ποιητής βασιλεύς Λουδοβίκος της Βαυαρίας αλλά και οι Γάλλοι διακηρύξανε ανεπιφύλακτα την προτίμησή τους για την Αθήνα.
Ο νεαρός Βαυαρός γόνος αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο τον Φεβρουάριο του 1833.
Οι Ναυπλιώτες ήθελαν να συνεχίσει η πόλη τους να είναι πρωτεύουσα. Όταν έμαθαν ότι τέθηκε θέμα νέας πρωτεύουσας, θέλησαν να ενημερώσουν τον Όθωνα και τη βαυαρική του αυλή για ορισμένα μειονεκτήματα της Αθήνας.
«Πού θα πάτε να χωθήτε, έλεγαν στους αυλικούς και τους υπουργούς. Αυτή η ένδοξη Αθήνα του Περικλέους υπάρχει μοναχά στη φαντασία μερικών εξημμένων ποιητών και των ευφάνταστων αρχαιολόγων.
Στην πραγματικότητα, θα βρήτε ένα γκρεμισμένο χωριό, πνιγμένο στα νερά που λιμνάζουν και στο “φλώμο”. Τα βρωμόνερα καναλίζουνε στα σοκάκια. Οι βόθροι των σπιτιών είναι ανοιχτοί… Ξεπεσμένη αρχοντιά. Θα μπορέση να γίνη ποτέ πολιτεία, με αξιώσεις πρωτευούσης αυτό το αξιοθρήνητο ερείπιο;» *Φλώμος ήτανε ένα φαρμακερό χορτάρι, το χορτάρι ακριβώς με το οποίο συνηθίζουν οι κακοί ψαράδες να ζαλίζουν τα ψάρια, για να μπορούν να τα μαζεύουν με την απόχη).
Η αλήθεια είναι ότι η περιγραφή των Ναυπλιωτών για την Αθήνα δεν ήταν υπερβολική. Επιβεβαιωνόταν εξάλλου και από τις περιγραφές ξένων περιηγητών, που με λαχτάρα έφθαναν στην πόλη της θεάς Αθηνάς και της Δημοκρατίας.
Ναι, η Αθήνα του 1833 δεν είχε καμία σχέση με την υπέρλαμπρη Αθήνα.... δεν ήταν η Αθήνα ! Εκείνη της δημιουργίας των αξεπέραστων έργων αρχιτεκτονικής κατά τη διάρκεια του 5ου π.Χ. αιώνα.
- Της καλλιτεχνικής έκφρασης.... Κι αυτά, μέσα σε ένδοξους και νικηφόρους πολέμους, ανεξαρτησίας, αλλά δυστυχώς και εμφύλιους. Ακόμα, δεν μπορεί να θεωρηθεί συγκυριακή, η άνευ προηγουμένου καλλιέργεια των γραμμάτων, το θέατρο με τα έργα των τραγικών ποιητών Αισχύλου, Σοφοκλή και Ευριπίδη, και τις κωμωδίες του Αριστοφάνη.
- Της ρητορικής, που δεν συνέβαλε μόνο στην καλλιέργεια του πολιτικού λόγου, αλλά και στην ικανότητα των Αθηναίων πολιτών για τη διαμόρφωση εννοιών και τη διατύπωση των αιτημάτων τους κατά τη συμμετοχή τους στη δημόσια ζωή. Φροντιστήριο έκαναν οι σοφιστές, που βεβαιώνουν τους φοιτητές τους πως:
"... δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια, αλλά κάθε άνθρωπος κρίνει τι υπάρχει και τι δεν υπάρχει, τι είναι καλό και τι είναι κακό. Αυτό που πρέπει να ενδιαφέρει έναν πολίτη, είναι πώς να υπερασπίζεται τη θέση του και πως να αντικρούει την αντίθετη. Όσοι τον ακούν πρέπει να εντυπωσιάζονται και να παρασύρονται !
Ό Όθων, συνοδευόμενος από τον αδερφό του, πρίγκιπα Μαξιμιλιάνο, διάδοχο του βαυαρικού θρόνου και από όλα τα μέλη της Αντιβασιλείας, δεν θ' αργήσει να επισκεφθεί, δια ξηράς, την Αθήνα...
Αρκετοί τον περίμεναν στο Δαφνί, να τον δουν να περνάει. Πολύς κόσμος επίσης περίμενε στον Ελαιώνα, κοντά στο σημερινό Πυριτιδοποιείο να τον υποδεχτεί. Αλλά και άλλα πλήθη τον προϋπαντήσανε στην πύλη της πόλεως μεταξύ Θησείου και Αρείου Πάγου. Εκεί, λένε, ο Όθων υποχρεώθηκε να αφιππεύσει και να προχωρήσει πεζή ως το σπίτι του Καρατζά, όπου τον φιλοξενήσανε.
Οι Αθηναίοι, στην προσπάθειά τους να πείσουν τον Όθωνα να επιλέξει τη δική τους πόλη, τού έστειλαν μια ιδιαίτερα παρακλητική επιστολή:
«Μεγαλειότατε, Βασιλεύ!
Οί υπογεγραμμένοι πίπτουσι εύσεβάστως είς τούς πόδας
τού Θρόνου τής Αυτού Μεγαλειότητος τού ευσεβάστου Βασιλέως των, παρακαλώντας
τον νά εύαρεστηθή να τιμήση την πόλιν των με την Καθέδραν της Κυβερνήσεώς του…»
.... και για να γίνουν πιο ανταγωνιστικοί δίνουν σωρό υποσχέσεις παραχωρήσεων,
.... και για να γίνουν πιο ανταγωνιστικοί δίνουν σωρό υποσχέσεις παραχωρήσεων,
είναι διατεθειμένοι:
- Να χαρίσουν όλα τα γήπεδα που θα χρειαστούνε, σύμφωνα με το αρχικό
μεγαλοπρεπές σχέδιο των Αθηνών που είχανε καταστρώσει ο Έλλην
αρχιτέκτων Κλεάνθης και ο Γερμανός Σάουμπερ, για να γίνουν τα δημόσια
κτίρια και το Παλάτι.
- Να εγκαταλείψουν όλα τα οικόπεδα των ερειπωμένων σπιτιών γύρω-τριγύρω
στην Ακρόπολη.
- Να δώσουν άλλα τριακόσια στρέμματα για ν’ αποζημιωθούνε αυτοί που
θ’ αφήσουν τα οικόπεδα της Ακροπόλεως.
Και τι δεν τάζουν οι καημένοι οι Γκαγκαρέοι, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν άρθρα σ' εφημερίδες, στον Όθωνα για να τον πείσουν. Παρ’ ολίγον να πάρουν επάνω τους και τα έξοδα οικοδομής του Παλατιού και των υπουργείων !
Είχε τέτοια ένταση η επιχειρηματολογία και η αρθρογραφία της εποχής, ένθεν κακείθεν,
που χρόνια αργότερα μη μπορώντας ν' αντισταθεί ο διπλωμάτης και ποιητής Παναγ. Ματαράγκας, συμμετέχει, έστω και κατόπιν εορτής, στο προβληματισμό και στη διαμάχη εκείνης της εποχής, σε άρθρο του σε εφημερίδα:
"Ἡ πόλις τοῦ Ναυπλίου, καθημένη ὄπισθεν λόφου τινός κειμένου εἰς τά βάθη κόλπου ἀγόνου καί μακροσκελοῦς, προβάλλει θέαμα καινοφανές καί ἐκπλήττει τόν ὁδοιπόρον. Ἐνώπιον αὐτῆς ἡ Ἀργολική πεδιάς στεφανωμένη ἀπό ἀμφιθεατροειδῆ ὄρη παρίσταται ὡς στάδιον ἀπέραντον τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητος, στάδιον ἔχον θεατάς τά βουνά, τήν θάλασσαν, στάδιον σήμερον ἔρημον καί βαλτῶδες, τό ὁποῖον αὔριον ἴσως ἐπιστρέψει εἰς τήν πρώτην του λαμπρότητα. Τό Ναύπλιον εἶναι θαυμασίως ὠχυρωμένον....
Ἀπό τό ἓν μέρος προστατεύεται ἀπ’ τόν Ἴτσ- Καλέ, ὁ ὁποῖος ἐν καιρῷ πολέμου ἐκτείνει τήν πυρίνην γλῶσσάν του εἰς τήν θάλασσαν· ἀπό τό ἄλλο ἕνας γίγας φυλάττει τήν θύραν του….τὸ Παλαμήδι, τό ζωγραφητόν φρούριον φέρον μέ ὑπερηφάνειαν τό ἑπτάλοφον διάδημα, μέ τὸ ὁποῖον ἡ λεοντόσημος Ἑνετία ἐστόλισε τήν κεφαλήν καί περιφρονοῦν τούς κεραυνούς τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς.
Ὑπό τήν σκιάν του ἡ πόλις μορφωθεῖσα κατέβη ὀλίγον κατ’ ὀλίγον ἀπό τά ὕψη, καί τώρα βρέχει τούς πόδας της εἰς τοῦ Ἀργολικοῦ κόλπου τά νερά· αἱ ὀλιγάριθμοι οἰκίαι της, ὁμοιάζουσαι κατ’ ἀρχάς ποίμνιον αἰγῶν βόσκον εἰς κορυφήν σκοπέλου πληθυνθεῖσαι καί ὡραϊσθεῖσαι τώρα, προβάλλουν πρός τόν θεώμενον ἀπό τῆς γῆς πόλιν μακράν, εὔμορφον καί ἐκτεινομένην εἰς βαθμίδας κυκλοειδεῖς.
Ἀπό τά τείχη βλέπει τις εἰς τό πεδίον τά κολοσσαῖα τείχη τῆς Τύρινθος, ἱερᾶς πόλεως τῶν Πελασγῶν, κειμένης εἰς ὕψωμα, τοῦ ὁποίου ἡ ἔκτασις δέν εἶναι μεγαλητέρα ἀπό τό ἐμβαδόν δύο ναῶν γειτνιαζόντων. Ποῤῥωτέρω ἀναφαίνεται τό Ἄργος καί ἡ γωνιώδης ἀκρόπολις, ἐγκαταλελειμμένη καί ἔχουσα εἰς τάς πλευράς καί τήν κορυφήν της λείψανα Ἑνετικῶν ὀχυρώσεων, ἐρείπια τινά Πελασγικά ὅμοια μέ τῆς Τυρίνθου (sic), καί τό ἀρχαῖον ἀμφιθέατρον τῶν Ἀργείων ἐνῳκοδομημένον εἰς τόν σκόπελον.
Τό ἀμφιθέατρον αὐτό ταπεινόν καί ἀφανές μεταξύ τοῦ ὀγκώδους ὄρους, ἐντός τοῦ ὁποίου ἐσχεδιάσθη, ἐπιδεικνύει ὅλον τό μέγεθος καί τά ποιητικά του κάλλη, ὅταν τις ἀναβῇ ἐπί τῶν βαθμίδων του. Ἐκεῖθεν βλέπεις τήν πεδιάδα καί τήν θάλασσαν καθ’ ὅλην των τήν μεγαλοπρέπειαν, ἔχει πρό ποδῶν σου τό ἀχανές καί ἔρημον Ἄργος, ὅπου 15 ἢ 20 Εὐρωπαϊκά οἰκήματα εἶναι διεσκορπισμένα μεταξύ χιλίων γαιοστεγῶν καλυβῶν.
Ὑπό τήν σκιάν του ἡ πόλις μορφωθεῖσα κατέβη ὀλίγον κατ’ ὀλίγον ἀπό τά ὕψη, καί τώρα βρέχει τούς πόδας της εἰς τοῦ Ἀργολικοῦ κόλπου τά νερά· αἱ ὀλιγάριθμοι οἰκίαι της, ὁμοιάζουσαι κατ’ ἀρχάς ποίμνιον αἰγῶν βόσκον εἰς κορυφήν σκοπέλου πληθυνθεῖσαι καί ὡραϊσθεῖσαι τώρα, προβάλλουν πρός τόν θεώμενον ἀπό τῆς γῆς πόλιν μακράν, εὔμορφον καί ἐκτεινομένην εἰς βαθμίδας κυκλοειδεῖς.
Ἀπό τά τείχη βλέπει τις εἰς τό πεδίον τά κολοσσαῖα τείχη τῆς Τύρινθος, ἱερᾶς πόλεως τῶν Πελασγῶν, κειμένης εἰς ὕψωμα, τοῦ ὁποίου ἡ ἔκτασις δέν εἶναι μεγαλητέρα ἀπό τό ἐμβαδόν δύο ναῶν γειτνιαζόντων. Ποῤῥωτέρω ἀναφαίνεται τό Ἄργος καί ἡ γωνιώδης ἀκρόπολις, ἐγκαταλελειμμένη καί ἔχουσα εἰς τάς πλευράς καί τήν κορυφήν της λείψανα Ἑνετικῶν ὀχυρώσεων, ἐρείπια τινά Πελασγικά ὅμοια μέ τῆς Τυρίνθου (sic), καί τό ἀρχαῖον ἀμφιθέατρον τῶν Ἀργείων ἐνῳκοδομημένον εἰς τόν σκόπελον.
Τό ἀμφιθέατρον αὐτό ταπεινόν καί ἀφανές μεταξύ τοῦ ὀγκώδους ὄρους, ἐντός τοῦ ὁποίου ἐσχεδιάσθη, ἐπιδεικνύει ὅλον τό μέγεθος καί τά ποιητικά του κάλλη, ὅταν τις ἀναβῇ ἐπί τῶν βαθμίδων του. Ἐκεῖθεν βλέπεις τήν πεδιάδα καί τήν θάλασσαν καθ’ ὅλην των τήν μεγαλοπρέπειαν, ἔχει πρό ποδῶν σου τό ἀχανές καί ἔρημον Ἄργος, ὅπου 15 ἢ 20 Εὐρωπαϊκά οἰκήματα εἶναι διεσκορπισμένα μεταξύ χιλίων γαιοστεγῶν καλυβῶν.
Ὁ ἀρχιτέκτων θαυμασίως πως ἔκλεξε τήν θέαν· ἐάν ἔθετε τό θέατρον κατώτερον, ἡ ἔποψις ἤθελεν εἶναι ἀτελής· ἐάν τό ἐτοποθέτει ὑψηλότερον, τά ἀντικείμενα συγχεόμενα ἀπό τήν ἀπόστασιν δέν ἤθελον συγκινῆ τήν καρδίαν. Ἡ τοποθεσία αὐτή εἶναι θαυμασία, καί οἱ φιλοθεάμονες Ἀργεῖοι προκύπτοντες ἀπό τήν πεδινήν πόλιν των προετοιμάζοντο εἰς τάς σκηνικάς ἐντυπώσεις ἀπό τό θέαμα φύσεως ἐπίσης θεατρικῆς καί λαμπρᾶς.
Εἰς τά βάθη τῆς πεδιάδος ὄπισθεν τῶν ὀρέων αἱ Μυκῆναι κρύπτουν τά ἐρείπιά των. Τά Πελασγικά τείχη, ἡ πύλη τῆς ἀκροπόλεως, ὁ κωνικός καί γιγαντιαῖος τάφος τοῦ Ἀγαμέμνονος μᾶς ἀποφέρουν εἰς τούς πλέον μεμακρυσμένους χρόνους τῆς Ἑλλάδος· καί μεταξύ αὐτῶν οἱ δύο λέοντες, παραφυλάττοντες ὄρθιοι εἰς τήν πύλην τῆς ἀκροπόλεως, εἰς τούς ὁποίους ἡ ζωή καί τό εὐεπίβολον τῆς Ἑλληνικῆς τέχνης ἀναφαίνεται, μᾶς ἐνθυμίζει τάς ὡραίας ἐποχάς τῆς Ἑλλάδος. Ἀλλά τό μεγαλοφυές τῆς Ἑλληνικῆς τέχνης μακρυνομένης ἀπό τήν ἀνίκητον καὶ κολοσσαϊκήν τέχνην τῆς Ἀσίας, ἀναδεικνύεται μάλιστα εἰς τήν στήλην, εἰς τήν ὁποίαν οἱ δύο λέοντες ἐπακουμβοῦν τούς πόδας των· αὐτή ἡ στήλη εἶναι τό ἔμβρυον τῆς Ἑλληνικῆς τέχνης, ἡ ὁποία ἔκτοτε ἐγκυμονοῦσε τούς Παρθενῶνας καί τά Θησεῖα.
Τό Ναύπλιον καθωραϊζόμενον ἀφ’ ὅλα αὐτά τά πλούσια καί σεβαστά ἐρείπια εἶναι κατ’ ἄλλους λόγους περισπούδαστον εἰς τούς Ἕλληνας. Ἐνθυμεῖσθε ὅταν ὁ Ἰπραχίμης προσέκρουσε τὸ σιδηροῦν καί αἱμοσταγές μέτωπον τῆς φαλαγγός του εἰς τοῦ Ναυπλίου τά τείχη; τότε τό Παλαμήδι ἤνοιξε τά χίλια χάλκινα στόματά του καί ἐφώναξεν· «Ἰμπραχίμη μή περαιτέρω!»
Ναύπλιον |
Ἡ πόλις τοῦ Ναυπλίου μήν ἀρκούμενη εἰς τόσα θέλγητρα κενοδοξεῖ καί ὑπεραίρεται ὑπέρ τὸ δέον. Ἀγροῖκος Βοιωτή διαθρυπτομένη ὡς ἡ κομψή Ἀτθίς, διαφιλονικεῖ τό ἆθλον μέ τάς Ἀθήνας, τῶν ὁποίων τὄνομα μόνον ἀναγγέλλει νίκην.
Μέ τάς Ἀθήνας, τόν ἅγιον τάφον τῶν εἰδωλολατρῶν, τά Παρίσια τῆς ἀρχαιότητος, τήν πόλιν τοῦ Κέκροπος, τοῦ Θησέως, τοῦ Θεμιστοκλέους, τοῦ Περικλέους, τοῦ Σωκράτους καί τοῦ Πλάτωνος.
Μέ τάς Ἀθήνας, ἐνώπιον τῶν ὁποίων ἡ Ῥώμη ἐγονυκλίνησε διά τῶν αὐτοκρατόρων της, Ἰουλιανοῦ καί Ἀδριανοῦ.
Μέ τάς Ἀθήνας, ὅπου ὁ ἅγιος Παῦλος εὗρε τόν ἀληθῆ θεόν εἰς τόν ναόν καθιερωμένον τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ.
Ἔπεα πτερόεντα εἶν’ ὅλ’ αὐτά! θέλει ἀνακράξει κἄποιος ἐνθουσιαστής τῶν ὑλικῶν συμφερόντων· φωνασκίαι κλασικαί, θέλει ἀναφωνήσει κἄποιος ἀγέλαστος οἰκοδεσπότης τοῦ Ναυπλίου. Κατά δυστυχίαν δέν σώζονται μόνον εἰς τόν κόσμον σκονισμένοι ἀρχαιολόγοι μὴ θαυμάζοντες παρά τά ἀρχαῖα· ἀλλά καί ἀφιλόκαλοι ὀλιγομαθεῖς, μήν ἐνθυμούμενοι παρά τῆς χθεσινῆς ἡμέρας τά συμβεβηκότα. Τό Ναύπλιον, λέγουν, ἐστάθη ὁ προμαχών τῆς Ἑλληνικῆς ἀνεξαρτησίας, λοιπόν ἐκεῖ πρέπει νά ἐνιδρυνθῇ ἡ καθέδρα τοῦ Βασιλείου.
Αλλά αἱ Ἀθῆναι καί οἱ μεγάλοι ἄνδρές της, λέγει έτερος, δέν συνετέλεσαν ἆρά γε εἰς τήν τρομεράν τῶν Ἑλλήνων ἐπανάστασιν;
Δέν συνήργησαν εἰς τά σταλέντα βοηθήματα ἀπό τήν Εὐρώπην, δέν ἀνεστόμωσαν τήν σάλπιγγα τοῦ θαυμασμοῦ, αἱ Ἀθῆναι ἑνί λόγῳ εἶναι ξέναι πρός τήν σωτηρίαν τῆς πατρίδος;
Διά τί τόσα στίφη φιλελλήνων; διά τί τόσος χρυσός, τόσα ὅπλα, τόσα πολεμοφόδια συνέῤευσαν εἰς τήν Ἑλλάδα; διά τί πρό πάντων τά ἔθνη ὅλα συνεκλονήθησαν ὑπέρ Ἑλλήνων;
Διά τάς Ἀθήνας καί τούς μεγάλους ἄνδρας της! Εἰς ποίαν ἄλλην πόλιν ἡ Εὐρώπη ἠμπορεῖ ν’ ἀτενίσῃ τούς ὀφθαλμούς της; εἰς τό κάθυγρον Ναύπλιον φυλακωμένον εἰς σιδηροῦν περίβολον, μή δυνάμενον νά προχωρήσῃ ἓν βῆμα πρός τήν ξηράν, χωρίς νά συντριβῇ κατά τοῦ Ἴτσ- Καλὲ καί τοῦ Παλαμηδίου, ἓν βῆμα πρός τήν θάλασσαν χωρίς νά βυθισθῇ εἰς τά κύματα;
Μήπως ἐξ αἰτίας τῶν ἀρχαιοτήτων του; Τό Ναύπλιον βρύει ἀπό ἀρχαίας γυναῖκας· δέν εἴδομεν ὅμως πούποτε ἀρχαιότητα· τά ὕδατά του μόνον εἶναι διαυγῆ κ’ ἐλαφρύτατα, καί ἐλπιστέον, ὅτι ποτιζόμενον ἀπό αὐτά θέλει ἰατρευθῆ ἀπό τούς καπνούς τῆς κενοδοξίας." Π. Ματαράγκας
Ο διπλωμάτης καί ποιητής Παναγιώτης Ματαράγκας έσπούδασεν έν Αθήναις συμμαθητεύσας τώ Αχιλεί Παράσχω έν τώ Έλληνικώ Σχολείω, άποπερατώσας τάς νομικάς σπουδάς του έν τώ Άθηνών Έθνικό Πανεπιστήμιο. Όταν ο Παναγιώτης αντίκρυσε το ελληνικό ναυπλιώτικο φώς, το Ναύπλιο, ήταν πρωτεύουσα τής Ελλάδος.
Τό Έθνικόν Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον, ίδρύθηκε με νόμο τής άντιβασιλείας τήν 31 Δεκεμβρίου 1836 (παλαιό ημερολόγιο) πού έπαναβεβαιώθηκε μέ βασιλικό διάταγμα τού Όθωνα τής 24ης Απριλίου του 1837 και λειτουργεί αδιαλείπτως από τις 3 Μαΐου 1837 (τρίτη ημέρα του Πάσχα). Ήταν το πρώτο Πανεπιστήμιο ολόκληρης της Βαλκανικής Χερσονήσου καί τής εύρύτερης περιοχής τής Άνατολικής Μεσογείου.
'Αποπερατώσας τάς νομικάς και φιλολογικάς σπουδάς του, ο νεαρός Παναγιώτης, σε ηλικία 24 ετών, διωρίσθη τώ 1858 γραμματεύς του προξενείου 'Ιωαννίνων, υπό του τότε Υπουργού των Εξωτερικών Αλεξ. Ραγκαβή. Έξ 'Ιωαννίνων μετετέθη είς Λάρισαν, έκείθεν είς Κωνσταντινούπολιν καί είτα είς Μελίτην. Εκ Μελίτης μετέθη ώς υποπρόξενος είς Τραπεζούντα και προήχθη είς πρόξενον 'Ιωαννίνων, όπου όμως δεν μετέβη ποτέ δια πολιτικούς λόγους.
Ούτως ήναγκάσθη νά παραμείνη έν Τραπεζούντι καθ' όλον το διάστημα τής Κρητικής Έπαναστάσεως (1866-69), ένθα κατέλιπεν άρίστην μνήμην.
Χάρις είς τό άδάμαστον πύρ τής φιλοπατρίας, τό όποίο έφλεγε τήν έθνικήν ψυχήν του, ο Παναγιώτης είργάσθη έν Τραπεζούντι διά τήν ένίσχυσιν τών Κρητών.
Κατώρθωσεν ούτω να συλλέξη τό μέγα κατά τήν εποχήν έκείνην ποσόν τών 1200 χρυσών λιρών (1.200.000 δραχμών) καί νά τό άποστείλη είς τήν Έπιτροπήν τού Κρητικού άγώνος. Τόσον δέ πολύ ύπέκαυσε τόν πατριωτικόν ζήλον τών Τραπεζουντίων ώστε καί αί γυναίκες προθύμως έδέχθησαν νά προσφέρουν τά κοσμήματα καί τά χρυσά φλωρία τους.
'Αλλά καί τό φορτίον όλόκληρον άπό όσπρια καί άλευρα παραχωρηθέντα άπό τούς Τραπεζούντιους ό φιλόπατρις ύποπρόξενος έφρόντισε νά αποστείλη είς τήν Κρήτην.
Διά τόν ίδιον σκοπόν έπεχείρησε καί ταξίδιον μέχρι 'Αργυρουπόλεως, τώ 1868, φαινομενικά ύπό τύπον έκδρομής καί έκεί δέ συνέλεξεν έπίσης άρκετόν χρηματικόν ποσόν, 340 λίρας χρυσάς.
Ο Γεράσιμος, πατήρ του ποιητού, έν έτη 1833 πού έγινεν βασίλειον ή Ελλάς, νυμφευθείς τήν έκ Πυράρου τής Κεφαλληνίας θυγατέρα τού προμάχου τής 'Ελληνικής έλευθερίας Βασιλείου Μακρή, πολλά έσχε τέκνα, έν οίς τόν Παναγιώτην.
Ήτο παππούς τού Αλέξανδρου, ιδρυτού της εφημερίδος"Έλεγχος" καί προπάππος του 'Ανακρέοντα Ματαράγκα. Ό Γεράσιμος γενναίως πολεμήσας, έτραυματίσθη πολλάκις, άπώλεσε τήν άριστεράν του χείρα, προήχθη δέ είς λοχαγόν καί έτιμήθη μέ τό άργυρούν άριστείον τού 'Αγώνος. Ήτο ό τελευταίος επιζών, τών κατά τήν έπανάστασιν τεσσάρων πεσόντων αδελφών, διασωθείς κατά τόν ύπέρ τής άνεξαρτησίας άγώνα, πολλά δέ φέρων έπί τού σώματος τραύματα.
Τελικά, η πλάστιγγα έγειρε προς την Αθήνα, η οποία το Σεπτέμβριο του 1834 ανακηρύχθηκε επίσημα σε «Βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα». Οι λόγοι που οδήγησαν στο να πάρει τελικά η Αθήνα το «χρίσμα», έχουν να κάνουν με την ένδοξη ιστορία της ως λίκνο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, την απόφαση επηρέασε ο βασιλιάς της Βαυαρίας, Λουδοβίκος, ο οποίος ήταν γνωστός αρχαιολάτρης.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1834, με διάταγμα της αντιβασιλείας του Όθωνα, η Αθήνα ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους.
«Η καθέδρα ήμών μετατίθεται κατά τήν Α’ Δεκεμβρίου τρέχοντος έτους έκ Ναυπλίου εις Αθήνας (…), ή πόλις Αθήναι θέλει επονομάζεσθαι απ’ εκείνης τής ημέρας Βασιλική Καθέδρα και Πρωτεύουσα».
Η Αθήνα που αντίκρυσε ο Όθωνας απείχε πολύ από την πόλη που φανταζόταν ότι θα συναντήσει. Ένα μικρό χωριό 7.000 κατοίκων, απλωμένο γύρω από το βράχο της Ακρόπολης,
έμοιαζε με «αρχαιολογικό κήπο» ερειπίων όπου χαλασμένα και ερειπωμένα αρχαία, βυζαντινά και μεσαιωνικά κτίρια βρίσκονταν δίπλα σε τρισάθλιες καλύβες, όπου ζούσαν οι πάμφτωχοι, τότε, Αθηναίοι, 170 κατοικίες όλες κι όλες και κατεστραμμένα κτήρια. Συγκριτικά, την ίδια εποχή, ο πληθυσμός της Πάτρας ανερχόταν σε 15 χιλιάδες κατοίκους, ενώ της Θεσσαλονίκης σε 60.
Εκτεινόταν γύρω από την Ακρόπολη (περίπου από του Ψυρρή έως του Μακρυγιάννη), έχοντας ως κέντρο της την περιοχή της Πλάκας (την Παλιά Πόλη). Από τα μεγάλα προβλήματα της νέας πρωτεύουσας ήταν η έλλειψη συστήματος ύδρευσης (νερό έπαιρναν από τις πηγές), καθώς και η ανυπαρξία δημόσιου φωτισμού και συγκοινωνιών, ενώ υπήρχε παντελής έλλειψη υπηρεσιών ή άλλων κοινωνικών αγαθών.
Ήδη πάντως είχε αρχίσει να γίνεται φανερή η βαυαρική παρέμβαση στην πόλη.
Κάτι είχε αρχίσει να γίνεται ήδη με τις φροντίδες του Κλεάνθη και του Σάουμπερ, για να αλλάξει το απελπιστικό χάλι των πρώτων ημερών της απελευθερώσεως.
Κάτι είχε αρχίσει να γίνεται ήδη με τις φροντίδες του Κλεάνθη και του Σάουμπερ, για να αλλάξει το απελπιστικό χάλι των πρώτων ημερών της απελευθερώσεως.
Πρώτα-πρώτα, λείψανε οι ρακένδυτοι Τουρκαλβανοί στρατιώτες, που γυρίζανε ανάμεσα
στα ερείπια σε αναζήτηση πλιάτσικου. Στη θέση τους, κυκλοφορούσανε τώρα οι Βαυαρέζοι στρατιώτες της γραμμής, με τις χρωματιστές τους στολές και τα καλογυαλισμένα κουμπιά τους. Κι επάνω στο βράχο της Ακρόπολης κυμάτιζε η σημαία της ελευθερίας.
Μέσα σε τέσσερα χρόνια κτίσθηκαν στην Αθήνα γύρω στις 1.000 κατοικίες, πολλές αυθαίρετες και όπως αφηγούνται οι μαρτυρίες της εποχής:
«...κακώς οικοδομημένας, χθαμαλάς, πενιχράς εξωτερικής καί έσωτερικής όψεως, άνευ άκρογωνιαίων λίθων, άνευ σχεδίων, συνεσφιγμένας περί στενάς, άνωμάλους καί άκαθάρτους οδούς»
Αλλά και ο βαρόνος Κωνσταντίνος Μπέλλιος που ήλθε από την Βιέννη, σημείωνε:
«Τα σπίτια τών Αθηνών, όπερ είς διάστημα ολίγου καιρού έγιναν,
«Τα σπίτια τών Αθηνών, όπερ είς διάστημα ολίγου καιρού έγιναν,
έκατασκευάσθησαν μέ βίαν καί άκραν οικονομίαν, μέ λάσπας καί
ξύλα καί μέ άσβέστην άσπρισμένα... χωρίς νά σκεφθούν οί άνόητοι
ότι μήτε πέντε χρόνους δέν θέλουν διατηρηθή, πρέπει νά γκρεμισθούν,
ότι τά τείχη τών μόλις 5 δακτύλων χόντρους έχουν».
Ο Όθων απαγόρευσε τη λατόμηση στους λόφους Νυμφών (Αστεροσκοπείου), Αγχέστου (Στρέφη), Φιλοπάππου και Λυκαβηττού, εξέδωσε διατάγματα με αυστηρή εντολή να κατεδαφίζεται αμέσως κάθε αυθαίρετο που κτίζεται πλησίον των αρχαιοτήτων, ενώ διέταξε να γκρεμιστούν άμεσα όσα κτίστηκαν στις παρυφές της Ακροπόλεως. Εξαιτίας αυτών των αποφάσεων, ο Όθων έχασε τη δημοτικότητά του στις φτωχές μάζες, αλλά επέμενε να εκδίδει και άλλα διατάγματα. Στα επόμενα χρόνια Έλληνες έφταναν από όλα τα μέρη της χώρας.
Ο Όθων απαγόρευσε τη λατόμηση στους λόφους Νυμφών (Αστεροσκοπείου), Αγχέστου (Στρέφη), Φιλοπάππου και Λυκαβηττού, εξέδωσε διατάγματα με αυστηρή εντολή να κατεδαφίζεται αμέσως κάθε αυθαίρετο που κτίζεται πλησίον των αρχαιοτήτων, ενώ διέταξε να γκρεμιστούν άμεσα όσα κτίστηκαν στις παρυφές της Ακροπόλεως. Εξαιτίας αυτών των αποφάσεων, ο Όθων έχασε τη δημοτικότητά του στις φτωχές μάζες, αλλά επέμενε να εκδίδει και άλλα διατάγματα. Στα επόμενα χρόνια Έλληνες έφταναν από όλα τα μέρη της χώρας.
* Έρευνα - Επιμέλεια - Ακολουθήθηκε η ορθρογραφία
κατά το δυνατόν των πρωτοτύπων - Ψηφιακή Αποτύπωση
Κατερίνα Ραπακούλια Ματαράγκα
ΕΛEΓΧΟΣ